Η ενεργειακή πολιτική της Ελλάδας πρέπει να βασίζεται σε προτεραιότητες που τόσο η πολιτική της Ευρωπαϊκής Ενωσης όσο και η ανάγκη για εθνική κυριαρχία και ανεξαρτησία επιτάσσουν. Θέλουμε ενεργειακή επάρκεια και ασφάλεια στην τροφοδοσία της χώρας. Θέλουμε ανοιχτές αγορές για να πετύχουμε μείωση του κόστους της ενέργειας τόσο για τα νοικοκυριά όσο και για την παραγωγή, ώστε ο Ελληνας παραγωγός, η ελληνική βιομηχανική και μεταποιητική δραστηριότητα να είναι ανταγωνιστική.
Θέλουμε πολλαπλές πηγές τροφοδοσίας και επιλογές για τους καταναλωτές. Θέλουμε προσέλκυση επενδύσεων από τον ιδιωτικό τομέα, ώστε να υλοποιήσουμε κρίσιμες υποδομές και να εκσυγχρονίσουμε τα δίκτυα μας, να αναπτυχθεί η αγορά ενέργειας, να δημιουργηθούν θέσεις εργασίας και να τονωθεί η ανάπτυξη. Θέλουμε σεβασμό στο περιβάλλον, με εκπλήρωση των διεθνών συμβάσεων και υποχρεώσεων που απορρέουν για τη χώρα μας.
Ραχοκοκαλιά της στρατηγικής αυτής αποτελεί ο σχεδιασμός του ενεργειακού μείγματος. Το ενεργειακό μας μείγμα πρέπει να περιλαμβάνει και να αξιοποιεί όλες τις πηγές, από τον λιγνίτη έως τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ), με σεβασμό στο περιβάλλον και στις δεσμεύσεις για μείωση του αποτυπώματος άνθρακα.
Χρειάζονται επενδύσεις σε υποδομές, εκσυγχρονισμός και αποκρατικοποιήσεις αλλά και μεταβολές στον τρόπο διοίκησης και λειτουργίας (εταιρικό μοντέλο διακυβέρνησης) των ενεργειακών εταιρειών που βρίσκονται υπό κρατικό έλεγχο. Εμείς πιστεύουμε ότι οι ιδιωτικοποιήσεις μπορούν να είναι προς όφελος και των εργαζομένων και της κοινωνίας. Παραδείγματα, το λιμάνι του Πειραιά και ο ΟΤΕ.
Ο οδικός χάρτης οφείλει να περιλαμβάνει ενέργειες για:
Την υλοποίηση έργων πνοής και κρίσιμων υποδομών, όπως είναι οι διακρατικοί ενεργειακοί διάδρομοι TAP και IGB, η επέκταση του τερματικού σταθμού LNG Ρεβυθούσας, ο σχεδιαζόμενος πλωτός τερματικός σταθμός LNG στην Αλεξανδρούπολη και μέσω διασύνδεσής του με τον Διαδριατικό Αγωγό ΤΑP προς τη Βουλγαρία μέσω του διασυνδετήριου αγωγού IGB και άλλες χώρες.
Την ενίσχυση διακρατικών συνεργασιών με στρατηγικούς εταίρους της περιοχής, όπως η Κύπρος, το Ισραήλ και η Αίγυπτος.
Τη μετατροπή της Ελλάδας σε περιφερειακό ενεργειακό κόμβο με σημεία αναφοράς τη Νοτιοανατολική Ευρώπη και τη Μεσόγειο.
Την αξιοποίηση του φυσικού μας πλούτου. Την ανάπτυξη των ΑΠΕ με ορθολογικό τρόπο. Χρειάζεται επίσης να δούμε πρόοδο στο ζήτημα της έρευνας υδρογονανθράκων και να τους εκμεταλλευτούμε, να αξιοποιήσουμε την υδροηλεκτρική ενέργεια και γεωθερμία στο ενεργειακό μας μείγμα, να προσθέσουμε το βιοαέριο και τα βιοκαύσιμα, να εκσυγχρονίσουμε το πλαίσιο διαχείρισης των ορυκτών πρώτων υλών με μέριμνα για τις τοπικές κοινωνίες.
Την αναδιάρθρωση των αγορών ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου σύμφωνα με το target model και τον εκσυγχρονισμό των δικτύων τους ώστε να μπορέσουν να λειτουργήσουν σε ανταγωνιστικό περιβάλλον με ξεκάθαρους και διαφανείς κανόνες.
Την εξοικονόμηση ενέργειας μέσα από την αναβάθμιση της ενεργειακής απόδοσης του κτιριακού αποθέματος της χώρας για την αντιμετώπιση της ενεργειακής φτώχειας.
Να σχεδιάσουμε και να υλοποιήσουμε ιδιωτικοποιήσεις και μετασχηματισμούς στο εταιρικό μοντέλο διακυβέρνησης των δημόσιων ενεργειακών επιχειρήσεων ώστε να ανταποκριθούν στις προκλήσεις της ενωμένης ενεργειακής αγοράς και να συμβάλουν σε μια ισχυρή ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας.
Να υλοποιήσουμε επιτέλους τις διασυνδέσεις των νησιών μας με την ηπειρωτική χώρα και να επιτύχουμε πραγματικά απρόσκοπτη και ανεμπόδιστη ενεργειακή τροφοδοσία στους πυλώνες της τουριστικής μας βιομηχανίας.
Όλα τα παραπάνω τα αντιπαρέρχεται η ενεργειακή πραγματικότητα στην Ελλάδα έτσι όπως έχει διαμορφωθεί τα τελευταία τέσσερα χρόνια. Δύο είναι τα βασικά γεγονότα που σημάδεψαν το κλείσιμο του 2018. Πρώτον, η μελέτη της PwC για τη Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας του Βελγίου, που συνέκρινε το κόστος ηλεκτρικής ενέργειας σε διάφορες ευρωπαϊκές χώρες και απέδειξε ότι το κόστος στη βαριά βιομηχανία στην Ελλάδα είναι διπλάσιο σε σχέση με αυτό στη Γερμανία.
Και, δεύτερον, η επίσημη ανακοίνωση των οικονομικών αποτελεσμάτων του α΄ εννεαμήνου του 2018 από τη ΔΕΗ, που αποκάλυψε ότι η εταιρεία έχει ζημίες άνω του 1 εκατ. ευρώ την ημέρα, προκαλώντας τεράστια ανησυχία για τη βιωσιμότητα της εταιρείας και επιβεβαιώνοντας τις ανησυχίες όλων των Ελλήνων καταναλωτών -τόσο των νοικοκυριών όσο και των επιχειρήσεων- για τον εκτροχιασμό που έχει υποστεί η οικονομική κατάσταση της μεγαλύτερης βιομηχανικής επιχείρησης της χώρας την τελευταία τετραετία από την εγκληματικά ανεύθυνη πολιτική της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ. Να σημειωθεί ότι το 2014 η επιχείρηση είχε καταγράψει λειτουργικά κέρδη (προ τόκων, φόρων, αποσβέσεων και προβλέψεων για επισφάλειες) της τάξης των 4 εκατ. ευρώ την ημέρα.
Η σημερινή κυβέρνηση, δυστυχώς, συνεχίζει να αδιαφορεί μπροστά στα καταστροφικά αποτελέσματα που προκάλεσε η ανερμάτιστη και ιδεοληπτική πολιτική της και στον ενεργειακό τομέα και γι’ αυτό οφείλει να λογοδοτήσει όταν έρθει η ώρα της κρίσης. Προτεραιότητα της επόμενης κυβέρνησης μέσα στο 2019 είναι η διάσωση και ενδυνάμωση της ΔΕΗ, γιατί ένα «ατύχημα» στη μεγαλύτερη εταιρεία ηλεκτρισμού στη χώρα θα παρασύρει το σύνολο της εθνικής οικονομίας – κι αυτό δεν επιτρέπεται να συμβεί.